Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2008

Το τείχος των ευχών...

Στριμωγμένες ευχές…προσευχές, η μια πάνω στη άλλη παλεύοντας να κρατηθούν για πάντα στους αρμούς των μεγάλων πετρών αυτού του τείχους. Και έρχονται ο ένας μετά τον άλλο και βάζουν κι άλλα κι άλλα μικρά χαρτάκια διπλωμένα όσο πιο πολλές φορές γίνεται για να γίνουν όσο πιο μικρά μπορούν…μικρά χαρτάκια με μεγάλα λόγια σίγουρα μέσα τους.
Δεν ήξερα πολλά για το ‘τείχος των δακρύων’ όπως το αποκαλούν στην Ιερουσαλήμ…μονάχα εικόνες είχα στο μυαλό μου. Αλλά εκείνη η φωτογραφία είχε μείνει στη μνήμη μου και με προβλημάτιζε συνεχώς, για το μάταιο που υπάρχει καμιά φορά γύρω μας, για την ελπίδα, την επιθυμία, τη λαχτάρα…την ευχή…
Ευχή…αυτή είναι η λέξη που έψαχνα…μια λέξη τόσο μικρή, ικανή όμως να χωρέσει μέσα της τις πιο μεγάλες προσδοκίες της ζωής μας. Αυτά που θέλουμε να έρθουν στη ζωή μας κι αυτά που δεν θα θέλαμε ποτέ. Αυτά που περιμένουμε για εμάς και για τους γύρω μας…
Κάθε μέρα έχει μια τουλάχιστον ευχή μέσα της, είτε την πούμε δυνατά είτε απλά την σκεφτούμε, γιατί απλά πάντα κάτι περιμένουμε και κάτι επιθυμούμε.
Όσο η πόλη γεμίζει με μικρά φωτάκια τόσο γεμίζει και με ευχές. Μ’ αρέσει που αυτές τις μέρες ξεκινάμε τους χαιρετισμούς μας με ευχές αντί για καλημέρα, για καλησπέρα. Το ‘χρόνια πολλά’ το ‘καλή χρονιά’ , το ‘με υγεία’ τα καταπίνουν όλα και είναι αυτά που πλανώνται παντού.
Μου λείπουν όμως οι αληθινές ευχές. Νιώθω ότι πολλές φορές μας ξεγλιστράνε τα ίδια λόγια σε όλους τους ανθρώπους, ότι βγαίνουν μόνα τους, σχεδόν αβίαστα χωρίς να τα σκεφτούμε, ότι τα λέμε φέτος, τα λέγαμε πέρυσι και θα τα λέμε και του χρόνου, με τον ίδιο ρυθμό, με την ίδια συχνότητα…Ίσως οι μόνες ευχές που αλλάζουν είναι αυτές που είναι βαθιά μέσα μας, αυτές που κρατάμε για εμάς, που είναι τόσο δυνατές που καμιά φορά φοβάσαι να τις πεις, νομίζοντας ότι θα βγουν από το στόμα σου, θα γίνουν σκόνη, θα σκορπιστούν και θα χαθούν για πάντα…και έτσι τις κρατάς και τις κρατάς και περιμένεις ότι κάποτε θα γίνουν πραγματικότητα…και περιμένεις…
Και γίνεται η ζωή μας ένα τείχος που στριμώχνονται πάνω του πολλά μικρά χαρτάκια, άλλα τα βάζουμε εμείς και άλλα τα βάζουν άλλοι. Και γεμίζουμε ο ένας τους αρμούς στο τείχος του άλλου, προσμονώντας πότε ο καθένας θα αρχίσει να ξεδιπλώνει τα χαρτάκια του και να πραγματοποιεί τις ευχές του…αν θα μπορεί…κι αν θα τα καταφέρει…
Κι αυτό το τείχος γίνεται πολλές φορές πιο ψυχρό, γεμίζει μηχανές, κουμπάκια, πλήκτρα κι αριθμούς. Γίνεται υπολογιστής και κινητό και έρχονται συνεχώς μηνύματα κάθε μέρα με πιο πολύχρωμες ευχές, χωρίς φωνή, χωρίς ήχο…Καμιά φορά είναι και ίδια μεταξύ τους αλλά δεν σε πειράζει…μετράει η σκέψη σκέφτεσαι…και είναι αλήθεια…Κάποιος σε σκέφτηκε, έστω και για να σου στείλει ένα μήνυμα που έστειλε σε σένα και σε πολλούς άλλους…αλλά σε σκέφτηκε, και μετά κάθεσαι κι εσύ να σκεφτείς σε ποιον να στείλεις τις ευχές σου, και τι να στείλεις και πότε να το στείλεις και με τι μέσο.
Να γράψω κάρτες φέτος; Να στείλω e-mail ή να στείλω μήνυμα στο κινητό; Το πρώτο θα το κάνουν λίγοι, το δεύτερο περισσότεροι και το τρίτο οι πιο πολλοί…Το μήνυμα στο κινητό θα το κρατήσεις μέχρι που μετά από λίγες μέρες θ’ αρχίσει να αναβοσβήνει το ενοχλητικό φακελάκι που θα σου θυμίσει ότι πρέπει να σβήσεις κάποια μηνύματα σου γιατί το κινητό έχει γεμίσει, και θα το διαλέξεις και αυτό, γιατί θα έχουν περάσει οι γιορτές και θα σου φαίνεται πια ανώφελο να το κρατάς. Κάτι παρόμοιο θα συμβεί και με τα e-mails σου, μετά από λίγους μήνες θα κάτσεις ένα βράδυ που θα βαριέσαι και θα καθαρίσεις τα εισερχόμενα σου και θα το βρεις και αυτό κάπου εκεί μέσα…θα το ξαναδιαβάσεις, θα χαμογελάσεις και μετά μάλλον θα καταλήξει και αυτό στο καλάθι των αχρήστων. Ενώ η κάρτα, θα είναι εκεί στο κουτί με τις χριστουγεννιάτικες κάρτες κάθε φορά που το ανοίγεις, κάθε χρόνο και θα τη διαβάζεις, θα χαμογελάς αλλά θα την ξαναβάζεις στο κουτί γυρνώντας για λίγο πίσω στο χρόνο. Δεν θα την πετάξεις γιατί έχει ευχές που τις κρατάς στα χέρια σου και που όσα χρόνια και να περάσουν θα σου θυμίζουν εκείνα τα Χριστούγεννα και αυτόν που σου τις έστειλε.
Μου αρέσει η τεχνολογία, με βοηθάει πολύ στην επικοινωνία με τους γύρω μου αλλά καμιά φορά μου στερεί την ανθρώπινη επαφή, με την κυριολεκτική της έννοια και μου τα κρύβει όλα πίσω από μικρές και μεγάλες οθόνες, πίσω από ακουστικά και handsfree.Και εγώ τα θέλω να τα κρατάω στα χέρια μου όλα, για να τα νιώθω, να τα αισθάνομαι όσο μπορώ πιο πολύ…σαν το ‘τείχος των δακρύων’ που τα κρατάει όλα μέσα του για τόσα χρόνια και μένει πάντα σιωπηλό. Τίποτα δεν χάνεται στο χρόνο αν έχει περάσει καλά μέσα σου, και κάθε ευχή μένει πάντα εκεί ‘διπλωμένη’ και περιμένει τη σειρά της, να διαβαστεί και να ξαναφυλαχτεί καλά βαθιά στον αρμό που πρωτομπήκε.
Γεμίστε το ‘τείχος’ σας μ’ ευχές…αυτές που πιστεύετε ότι μπορούν να πραγματοποιηθούν και αυτές που φαίνονται ακατόρθωτες…ίσως μια μέρα εξαντληθούν οι πρώτες και αρχίσουν να γίνονται ‘ζωή’ οι δεύτερες…


υ.γ. το κείμενο αυτό γράφτηκε και δημοσιεύθηκε πριν ένα χρόνο για το ένθετο τεύχος των Χριστουγέννων της εφημερίδας "Ανατολή" του νομού Λασιθίου

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2008

Κοίτα ψηλά...

Να το θυμάστε…Θα έρθει και η μέρα που θα σκοντάψω…θα πέσω πάνω σε κανένα περαστικό που θα μου φωνάξει «κοίτα μπροστά σου κοπέλα μου»…αλλά εγώ δεν παίρνω το μάθημα μου. Συνεχίζω να κοιτάω ψηλά, γιατί ψηλά κρύβει το Ηράκλειο τους πιο ωραίους θησαυρούς του. Τους θησαυρούς που το οπτικό πεδίο μας δεν μπορεί να τους εντοπίσει μέσα στους στενούς δρόμους αλλά που είναι εκεί, από πάνω μας, που μας φωνάζουν να τους δούμε, να τους θυμηθούμε και να τους ξυπνήσουμε από το βαθύ ύπνο στον οποίο τους έχουμε υποχρεώσει να ζούνε για πολλές δεκαετίες.




Σοβάδες που κρέμονται, πατζούρια έτοιμα να πέσουν, μπαλκόνια ερείπια γεμάτα από επικίνδυνες ρωγμές… Μια ρωγμή δυστυχώς είναι τα περισσότερα κτίρια στο κέντρο του Ηρακλείου που σίγουρα ζητάνε κάποιον να τα προσέξει, και να τους ξαναδώσει ζωή.
Μπορεί να τα «προσέχω» με το βλέμμα μου, με τη σκέψη μου κάθε μέρα που περνάω από δίπλα τους…αλλά δεν φτάνει. Τα βλέμματα δεν θεραπεύουν…δυστυχώς δεν φτάνει η δύναμη τους.
Και σ αυτή την πόλη που προσπαθεί να εκσυγχρονίζεται συνεχώς κάποιος πρέπει να κοιτάξει την ιστορία, τη διαδρομή, το ενδιάμεσο εκείνο στάδιο που μας έφερε ως εδώ.

Κάποια χρόνια πριν είχα προλάβει να τραβήξω φωτογραφία το σπίτι που γεννήθηκε ο Νίκος Καζαντζάκης. Δεν το πρόσεξα από την συντήρηση και ανάδειξη του. Την αλήθεια την δείχνει η φωτογραφία…Το πρόσεξα από τη μαρμάρινη επιγραφή που απλά το μαρτυρούσε. Το σπίτι αυτό δεν υπάρχει πια…το κατεδάφισαν πριν καιρό και μάλλον κάτι καινούργιο σύντομα θα το αντικαταστάσει…αν δεν το έχει κάνει ήδη. Δεν ξέρω αν σε κάποιους ήταν ένα απλό συνηθισμένο κτίριο, δεν ξέρω σε ποιον άνηκε, ποια ήταν η κατάσταση του…αυτό που ξέρω είναι ότι ήταν για χρόνια σε αυτή την κατάσταση και τίποτα δεν έγινε για να αναδειχθεί, για να μετατραπεί ίσως σ’ ένα μικρό μουσείο, ακόμα και φωτογραφικό για τη ζωή του ποιητή μας. Και αλήθεια…πόσοι από εμάς ήξεραν ότι εκεί, σε αυτό το κτίσμα γεννήθηκε ο Νίκος Καζαντζάκης;
Κοιτάτε ψηλά λοιπόν…
Εκεί κοντά στο μπλε του ουρανού φανερώνονται όλες οι ομορφιές αυτής της πόλης…

Υ.γ: με χαρά είδα ότι αυτή την εβδομάδα ξεκίνησαν εργασίες σ’ ένα από τα πιο παλιά κτίρια της μικρής Έβανς… ένα από αυτά που καιρό τώρα «πρόσεχα» με το βλέμμα μου…
Εύχομαι σύντομα να δω και αλλού…

Α! και κάτι ακόμα…αν μπορείτε και εσείς…φροντίστε τα λίγο…με το βλέμμα, με τη σκέψη σας…
Ίσως αν γίνουμε πολλοί κάτι να γίνει…

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2008

Βάλε χρώμα στη ζωή μου...

Θέλω χρώμα...χρώμα να καλύπτει τους τοίχους, τα παλιά παράθυρα, τ' ανοίγματα που φοβάσαι να κοιτάξεις μέσα γιατί δεν ξέρεις που οδηγούν...θέλω παραμύθια να ξετυλίγονται μπροστά μου ενώ περπατάω στο δρόμο και εικόνες να μου τραβάνε για λίγο το βλέμμα από το γκρίζο που νομίζω ότι έχει γεμίσει τις κόρες των ματιών μου.
Ευτυχώς υπάρχουν οι άνθρωποι που φροντίζουν γι αυτό...είτε εσκεμμένα είτε μετά από παραγγελία...και τους ευχαριστώ γιατί έχουν ομορφύνει τον ορίζοντα των πόλεων, τον ορίζοντα της χαμένης μου ματιάς όταν οι σκέψεις με παρασύρουν και το βλέμμα στοχεύει μακριά.

[έργα του Αλέξανδρου Βασμουλάκη στους δρόμους της Αθήνας]